Ένα καλό του να έχεις Follow στο Spotify τα αγαπημένα σου συγκροτήματα είναι ότι έχεις ειδοποίηση για νέες κυκλοφορίες, αλλά και Anniversay Editions παλιών αγαπημένων δίσκων. Οι Slipknot είναι ένα συγκρότημα, την δισκογραφία του οποίου επιθυμώ πολύ να αναλύσω σε κάποιο Sound Vault ή Ranking μελλοντικά. Σήμερα όμως θέλω να μιλήσω ξανά για το ντεμπούτο τους, καθώς μέσα στο Σεπτέμβρη κυκλοφόρησε το 25th Anniversary Edition.
Η σχέση μου με τους Slipknot ξεκινάει κάπου το Γυμνάσιο στα τέλη των 00s. Ανήκω στη γενιά που δεν πρόλαβε τόσο το Vol. 3 όσο την κυκλοφορία του All Hope Is Gone και τα ακουστικά έπαιζαν φουλ Psychosocial, Sulfur, Dead Memories και φυσικά το Snuff. Πάντως παρ’ ότι σαν γενιά μας χαρακτήρισε αυτό το άλμπουμ, νομίζω μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι αγκαλιάσαμε και αγαπήσαμε ακόμα περισσότερο τις πρώτες τους κυκλοφορίες.
Σήμερα πάντως θα επικεντρωθούμε στο ντεμπούτο τους. Θα εστιάσουμε στο πως εννιά τύποι από το Des Moines της Iowa πήγαν στην California, κοίταξαν τους δαίμονές τους στα μάτια και δημιούργησαν μουσική. Το 1999 οι Slipknot δεν είχαν καμία σχέση με τη μπάντα που κυκλοφόρησε τρία χρόνια πριν το demo Mate. Feed. Kill. Repeat. που έχει κάποιους ενδιαφέροντες πειραματισμούς, αλλά υπολείπεται σε πολλά.
Μετά το demo το συγκρότημα είχε φέρει τον Corey Taylor στα φωνητικά, τον Mick Thompson στις κιθάρες (προς το τέλος των ηχογραφήσεων και τον Jim Root), τον Chris Fehn στα κρουστά και η κίνηση ματ ήταν η έλευση του Sid Wilson ως DJ. Το ντεμπούτο των Slipknot μπορεί να έχει κοινό rhythm section που παίζει πάντα ρόλο, αλλά αφήνουν πίσω αυτό το μπαστάρδεμα nu με death metal και ακολουθούν ένα τελείως διαφορετικό μονοπάτι.
Έχω ακούσει πάρα πολλές φορές αυτό το άλμπουμ. Μικρότερος μπορώ να πω ότι θεωρούσα τρελή ψαγμενιά που όλοι άκουγαν τα χιτάκια Eyeless, Wait and Bleed και Spit It Out όσο εγώ εξερευνούσα συνέχεια τα κρυμμένα διαμαντάκια του δίσκου. Και πιστέψτε με, υπάρχουν πάρα πολλά διαμαντάκια εκεί μέσα. Όμως αυτή η ακρόαση μου έφερε στο νου ένα ακόμα ερώτημα που έχω χρόνια. Τι έμπνευση είχαν αυτοί οι τύποι να γράψουν αυτό το άλμπουμ στα τέλη των 90s;
Τα τέλη εκείνης της δεκαετίας και οι αρχές των 00s ήταν μια εποχή τεράστιου πειραματισμού. Πάρα πολλά συγκροτήματα μπήκαν τότε υπό την ομπρέλα του όρου nu metal, αλλά όλα έκαναν κάτι τελείως διαφορετικό μεταξύ τους. Σκεφτείτε για παράδειγμα τους Korn, τους Slipknot, τους Limp Bizkit, τους System of a Down, τους Deftones και τους Mudvayne. Όλοι εκείνη την εποχή έβγαλαν μερικά από τα καλύτερα τους άλμπουμ, όλοι αποτέλεσαν κομμάτι του nu metal και όμως κανένας δεν μοιάζει με τους υπόλοιπους.
Ξανακούγοντας το 25th Anniversary Edition αυτού του ντεμπούτου, έρχομαι ξανά αντιμέτωπος με ένα μείγμα που ακόμα και σήμερα θα θεωρούσα ολόφρεσκο αν το άκουγα από κάποιο καινούριο metal συγκρότημα. Οι χαμηλοκουρδισμένες κιθάρες, οι λούπες του Wilson, το μπάσο του Paul σε συνδυασμό με τα κρουστά και το γρήγορο παίξιμο του Jordison και όλα αυτά να αναμειγνύονται με τη φωνή του Corey σε κάνει να απορείς αν αυτό το άλμπουμ έγινε όντως 25 χρονών φέτος.
Η μαγεία του δεν είναι τόσο στα πασίγνωστα κομμάτια που έχουμε χιλιοτραγουδήσει. Προφανώς ξεκινάει με την πεντάδα-φωτιά των (sic), Eyeless, Wait and Bleed, Surfacing, Spit It Out, αλλά η μαγεία του βρίσκεται στη συνέχεια. Είναι το αργό τέμπο του Tattered & Torn που θυμίζει horror ταινία όσο ο Jordison διαλύει το drum kit του από πίσω. Είναι οι εναλλαγές μεταξύ μελωδίας και σκληράδας στο Purity.
Είναι η επιθετικότητα του Liberate που θα αναπτυσσόταν πολύ στο Iowa. Είναι ο απόλυτος συνδυασμός όλων των στοιχείων της μουσικής τους στο Prosthetics που μοιάζει να συνοψίζει τον δίσκο. Είναι ο οχτάλεπτος πειραματισμός του Scissors που σε οδηγεί στο (κάποτε hidden track) Eeyore όπου ο Corey είναι λες και προσπαθεί να “τσακίσει” τις φωνητικές του χορδές.
Το ωραίο σε αυτό το edition είναι ότι μπορείς να ακούσεις και κάποια πρώιμα demos πολλών τραγουδιών και να δεις την πρωτόλεια μορφή στην οποία προσπάθησαν να τα αποδώσουν. Κάποια εξ αυτών όπως το Me Inside σου φέρνουν στο μυαλό το Mate. Feed. Kill. Repeat. ενώ δεν το περιμένεις καθόλου. Επιπλέον προς το τέλος θα βρείτε και κάποια ενδιαφέροντα remixes κομματιών του δίσκου.
Στο τέλος αυτής της ακρόασης πάντα μου μένει αυτή η απορία. Πού βρέθηκε τόση έμπνευση, τόσο ωραίες ιδέες, τόσος πειραματισμός εκείνη την εποχή για να κάνει μια μπάντα κάτι καινούριο και μάλιστα τελείως διαφορετικό από άλλα ανερχόμενα συγκροτήματα της σκηνής; Και στο τέλος της ημέρας πώς σε ένα είδος όπως το metal που σε πολλές εποχές έκλεισε τα αυτιά του στο καινούριο και το διαφορετικό, αυτός ο δίσκος αγαπήθηκε σχεδόν αμέσως;
Είναι μεγάλη κουβέντα το να μιλήσουμε τώρα για την παρθενογένεση στην τέχνη. Πιστεύω όμως ότι συγκροτήματα σαν τους Slipknot έχουν δημιουργήσει ένα δικό τους είδος μουσικής, έναν δικό τους αυτόνομο και χαρακτηριστικό ήχο που μένει ανεξίτηλος για γενιές και ταυτόχρονα ακούγεται διαχρονικά νεωτεριστικός και ρηξικέλευθος. Για αυτό και θα το ακούμε για πολλά χρόνια ακόμα με θαυμασμό.
Τα λέμε στο επόμενο Unstable Show και να θυμάστε. You can’t see California without Marlon Brando’s eyes.