Θα ξεκινήσω από εκεί που είχαμε μείνει ουσιαστικά την τελευταία φορά,στους Cure και τη φιλοσοφία της Vertigo και τον τρόπο με τον οποίο έγινε η σύζευξη των δυο στο βιβλίο ‘οι κήποι των κρεμασμένων’.
Η φιλοσοφία της Vertigo και η ψυχολογική πίεση του να έχεις να διαλέξεις το λιγότερο λάθος και να το ντύσεις με μια περιβολή και μια ταμπέλα που να αναγράφουν πάνω τους *σωστό* δεσπόζουν στο θυμικό και το νευρικό μου σύστημα εδώ και περισσότερο από ένα μήνα. Η υπερβολή της κούρασης βαραίνουν ακόμα περισσότερο τις σκέψεις μου, ενώ η μέρα δείχνει να περνάει όλο και πιο γρήγορα εδώ και εβδομάδες.
Είναι αυτές οι περίοδοι που όταν ολοκληρώνονται λες ότι κάπου τα είχες μεγαλοποιήσει τα πράγματα μέσα στο κεφάλι σου αλλά γυρίζοντας στο παρόν λες μέσα σου ‘είμαι με την πλάτη στον τοίχο’.
Επιστρέφοντας στο σπίτι πληροφορήθηκα το θάνατο του τραγουδιστή των Prodigy. Αυτοκτονία. Γρήγορο τέλος. Η τελευταία πράξη της ζωής γίνεται μια από τις πρώτες. Κοιτάζω τη φωτογραφία του στο ίντερνετ και η ευχάριστα γραφική γκριμάτσα με τα σκουλαρίκια και τα σχηματισμένα κέρατα ξαφνικά για πρώτη φορά βαραίνει και εκείνη στην όψη της και εκπέμπει μια μελαγχολία. Τα ηλεκτρονικά μνημόσυνα δίνουν και παίρνουν ενώ οι απόψεις για την αυτοχειρία είναι ακόμα περισσότερες.
Πόσο εύκολο να κρίνεις κάτι που δε γνωρίζεις.
Πόσο τρομακτικό να σκέφτεσαι ότι όλα αυτά είναι κοντά και για σένα και για όλους. Δε χρειάζεται να είσαι σούπερσταρ ούτε να ζεις με ρίσκο. Μια άχαρη ημέρα στη δουλειά, ένα συναίσθημα που μπορώ να βαφτίσω ως παράξενο, όπως οτιδήποτε δεν είναι ούτε πολύ όμορφο μα συνάμα ούτε και πολύ άσχημο και μια κακή είδηση.
Αποφασίζω ότι θέλω να κρατήσω αυτό το κλίμα στη βόλτα που θα κάνω μέσα στο κεφάλι μου το συγκεκριμένο απόγευμα. Θέλω να διαβάσω κάτι δυσοίωνο αντί να δω κάποια κωμωδία για να ξεχαστώ,μέχρι να στραγγίξει το συναίσθημα αυτό. Είχα αγοράσει από ένα φίλο πρόσφατα τα 100 bullets λοιπόν. Εδώ είμαστε.
Ένας μυστηριώδης γέρος, ο agent Graves σου δίνει μια βαλίτσα με ένα πιστόλι και εκατό σφαίρες που ποτέ δε θα ταυτοποιηθούν και για γαρνιτούρα σου σερβίρει αποδείξεις μέσα από φωτογραφίες και άλλα ντοκουμέντα που σου δείχνουν ποιος ευθύνεται για την κάτω βόλτα που πήρε η ζωή σου. Το αν θα τον σκοτώσεις είναι δική σου επιλογή.
Φιγούρες μίζερες, τυχοδιώκτες, μαφιόζοι, ματσό, κομπιναδόροι, πράκτορες, ακόμα και πιο αξιόλογοι άνθρωποι, που εξαφανίστηκε όμως η προσωπικότητα τους κάπου στη διαδρομή μέσα από μια σειρά κακών συγκυριών και ατυχίας.
Αυτό κι αν είναι πάντοτε απέναντι μας να στέκεται να μας κοιτάζει σε κάθε πεζοδρόμιο. Σε αυτή τη στήλη δε θα σας πω ποτέ αν ένα βιβλίο είναι ‘καλό’ ή ‘κακό’ .Θα σας λέω πάντοτε τι βιώνω πριν και μετά από αυτό, σε ποιες μουσικές με παραπέμπει και τι θέλω να ζω μόλις το κλείνω και επανέρχομαι στον αληθινό κόσμο.
Το απολαμβάνω κι ας γνωρίζω από τις πρώτες σελίδες ότι το τέλος είναι μοιραία μη αίσιο. Νομίζω το λογικό είναι να μη ζήσει κανένας τους. Μου θυμίζει τις ταινίες του καλύτερου Έλληνα σκηνοθέτη, του Νίκου Νικολαίδη, που σου έδειχνε την προβλήτα στην οποία θα φτάσεις πριν βουτήξεις και πνιγείς, έχοντας φτάσει στο αδιέξοδο της οδού που γράφει ΠΑΡΑΚΜΗ.
Όλοι στρατολογούνται,κάποιοι το γνωρίζουν και κάποιοι όχι και κάποιοι ενώ το έχουν αντιληφθεί δε γνωρίζουν σε ποιο στρατόπεδο είναι και αν θα παραμείνουν σε αυτό μέχρι το τέλος. Όσο περνάνε οι σελίδες και οι τόμοι γίνονται περισσότερο ζώα και λιγότερο άνθρωποι ακόμα και οι πιο συναισθηματικοί της υπόθεσης. Αναρωτιέμαι αν ορισμένοι θυμούνται από που ξεκίνησαν όλα.
Κάποια στιγμή αφηρημένος σκέφτομαι τι συμβαίνει άραγε αν ποτέ διασταυρωθείς με κάποιον που κουβαλάει ένα όπλο είτε γιατί είσαι στόχος του είτε γιατί βρέθηκες εκεί που δεν έπρεπε. Ποιές είναι οι πιθανότητες να περάσεις αλώβητος από κάποιον που δε σκέφτεται δυο και τρεις φορές κάποια πράγματα όπως εσύ και μπορεί να τραβήξει τη σκανδάλη χωρίς αναστολές; Το ένστικτο σου και όσα έμαθες από κάποιο σύστημα αυτοάμυνας θα είναι σε μεγάλο ποσοστό σε νάρκωση. Όσα αξίζουν ίσως δε τα ξαναδείς.
Το δωμάτιο αρχίζει και με τοποθετεί σε κατάσταση μονοτονίας και έτσι αποφασίζω να πάω μια βόλτα. Στη μαύρη μου τσάντα από δερματίνη βάζω πάντα ένα βιβλίο ή ένα κόμικ όταν φεύγω και σήμερα είναι ένα από τα 13 βιβλία 100 bullets. Παρκάρω κάπου στο αγαπημένο μου Θησείο, εκεί στην πίσω μεριά προς Πετράλωνα, το ναό της γαλήνης στην Αττική. Ήταν μια δύσκολη μέρα στη δουλειά και καθώς σκέφτομαι εμένα ποια όπλα είναι πιθανόν να με σημαδέψουν και τι πιθανότητες έχω απέναντι τους εισέρχομαι στο μεταίχμιο μεταξύ ύπνου και ξύπνιου και το στόμιο ενός πιστολιού μου παγώνει το μέτωπο. Ο κάτοχός του αλλάζει μερικές φορές πρόσωπο μέχρι να πάρει το δικό μου αλλά εκεί πλέον δεν τρομάζω. Εμένα με πυροβολώ διαρκώς. Μέχρι εκεί όμως τρόμαξα γιατί κανένας γκάνγκστερ δεν κρατούσε το όπλο, ούτε κανένας απατεωνάκος, ούτε κάτι κοντά σε αυτό. Το όπλο το κρατούσαν όσοι είχαν καιρό να δω και όσοι βασανίζονται κρυφά λόγω της δική μου γκρι περιόδου που ψάχνει το λιγότερο λάθος για σωστό της.
Δε σας λέω κάτι που δεν έχετε ξανακούσει σήμερα, ούτε κάνω αναδρομή σε έναν σωρό από διαφορετικά πράγματα όπως στο προηγούμενο άρθρο, όμως εγώ θέλω να μοιραστώ μαζί σας πως ανακάλυψα ότι το πιστόλι που συχνά κάποιος κρατάει στις λίγες ιστορίες που έχω μέχρι στιγμής γράψει και εκδόσει, τελικά δεν ήταν ποτέ κυριολεκτικό. Πάντα είναι οι δικοί μου άνθρωποι που πολλές φορές απογοητεύω ή ανησυχώ μήπως απογοητεύσω.
Το crime noir εικονογραφημένο μυθιστόρημα αποτελεί δημιούργημα των Brian Azzarello και Eduardo Risso και κυκλοφόρησε σε μηνιαία βάση από τις εκδόσεις DC Comics/Vertigo από το 2000 μέχρι το 2009. Δεν γνωρίζω αν ήταν δικαίως στο περιβόητο άρθρο του 2018 με τα πιο εκατό υπερεκτιμημένα κόμικς και δε θα ασχοληθώ με αυτό τώρα. Θέλω απλά να σας ρωτήσω: σάς ποιός σας σημαδεύει με ένα όπλο όταν κλείνετε ανήσυχοι τα μάτια σας; Μπορείτε να τα ανοίξετε τα και να τον κοιτάξετε καθαρά στα δικά του; Αν είναι ο δικός σας άνθρωπος θα βρείτε το σθένος να φιλήσετε την παγωμένη κάννη του σίδερου που κρατάει; Θα σας κρυώσει τα χείλη και τον εγωισμό αλλά μπορεί να αξίζει τον κόπο.
Περπατώ λίγο πιο αισιόδοξος από ότι ήμουν σε όλο το δεύτερο μισό του φετινού χειμώνα. Στα Πετράλωνα έχει βγει ήλιος και είναι πολύ έντονος. Με αυτά κι αυτά μπήκε ο Μάρτιος. Και ο Μάρτιος είναι πάντα δυνατός όπως κι ο Απρίλιος. Μήνες ανάστασης ακόμα και μέσα από το πιιο βαθύ γκρι που υπάρχει.
Στο ραδιοσιντιί του αυτοκινήτου θα παίξει το Under The Gun των Sisters Of Mercy κατά την επιστροφή και με αυτό σας αφήνω μέχρι την επόμενη φορά….