The Sound Vault: Εξερευνώντας ξανά την δισκογραφία των Tremonti

tremonti

Έχω αναφέρει αρκετές φορές και στο anthem.gr, αλλά και στο Anthems Radio Show ότι έχω μια ξεχωριστή αγάπη για τον Mark Tremonti. Μου έκανε πάντα εντύπωση πως αυτός ο κιθαρίστας αποτέλεσε κύριο παράγοντα στην τεράστια εμπορική επιτυχία των Creed στα 90s παίζοντας post-grunge και πως με τους ίδιους συνοδοιπόρους στα άλλα όργανα και τον Myles Kennedy πίσω από το μικρόφωνο άλλαξε τελείως στυλ και έγραψε αριστουργηματικά άλμπουμ με τους Alter Bridge.

Το 2012 τον βρήκε σε ένα γενικότερο συνθετικό ζενίθ και έτσι πήρε τον Eric Friedman που ήταν κιθαρίστας στα tours των Creed και τον Garrett Whitlock και έφτιαξε τους Tremonti. Ήταν ένα στοίχημα αυτό το προσωπικό σχήμα, αφού θα έπαιζε ακόμα πιο σκληρές μουσικές εμπνευσμένες από την εφηβική του ηλικία που ήταν γεμάτη σκληρό metal ήχο, ενώ ταυτόχρονα θα τραγουδούσε ο ίδιος στις συνθέσεις του.

Οι Tremonti σιγά σιγά αποτέλεσαν μια δική τους οντότητα στον γενικότερο χώρο του metal. Παίζουν παντού και κάθε νέο τους βήμα μοιάζει εξίσου ποιοτικό με τα προηγούμενα. Αντί να κάνουμε Ranking της δισκογραφίας τους λοιπόν, είπα να δούμε μια άλλη πλευρά του Sound Vault. Θα αναλύουμε λοιπόν βήμα βήμα τη δισκογραφική πορεία διαφόρων σχημάτων, ακούγοντας από την αρχή όλα τα άλμπουμ και θα θυμόμαστε τι συναισθήματα μας προκαλούσε τότε και τώρα και τι ρόλο έπαιξε στην εξελικτική πορεία τους.

Το Ranking παρεμπιπτόντως ίσως γίνει για ολόκληρη τη δισκογραφία του Tremonti, αλλά αυτό είναι πολύ μεγάλο project και το κρατάμε για το μέλλον. Πάμε να δούμε λοιπόν!

1. All I Was (2012)

Σε αυτό το άλμπουμ έχω μια ξεχωριστή αγάπη λόγω της εποχής που βγήκε και ότι πρόλαβα τους Tremonti στα σπάργανα. Είναι άλλωστε το πρώτο μου review στο anthem.gr. To All I Was είναι ο φόρος τιμής που αποδίδει ο Mark Tremonti στις μουσικές της παιδικής του ηλικίας. Στους Creed πάντα πατούσε σε πιο εμπορικές φόρμες και η πιο σκληρή πλευρά των Alter Bridge αντισταθμιζόταν από τη μελωδική φωνή του Myles Kennedy.

Αυτό που πραγματικά διαμόρφωσαν τον Tremonti ήταν το σκληρό metal των 80s και οι επιρροές των Metallica, των Maiden, των Slayer και άλλων κορυφαίων συγκροτημάτων είναι εμφανής. Από σκληρά riffs, γρήγορα solos, μερικές μπαλάντες, κάμποσες speed metal πινελιές έως και τις φωνητικές γραμμές που ο Mark προσαρμόζει πάνω στις συνθέσεις του, καθώς δεν υπήρξε ποτέ τραγουδιστής, το All I Was είναι συνολικά ένα εξαιρετικό ντεμπούτο.

Σου βγάζει τον πόνο του δημιουργού, γιατί η στιχουργική του θεματολογία είναι πολύ προσωπική και οι ερμηνείες του σε κομμάτια όπως το The Things I Have Seen και το So You’ re Afraid εξωτερικεύουν τον απαραίτητο σπαραγμό. Όλο αυτό δένει τέλεια με πιο γρήγορες και σκληρές συνθέσεις όπως το Brains, το You Waste Your Time και το Doesn’t Matter. Υπέροχη πρώτη γεύση.

2.  Cauterize (2015)

Για πολλούς το Cauterize είναι η στιγμή που ο Tremonti πιάνει το συνθετικό του peak προερχόμενος από ένα εξαιρετικό σερί δίσκων με τους Alter Bridge και το All I Was που αναλύσαμε. Από τα εναρκτήρια Radical Change και Flying Monkeys είναι εμφανέστατη η προσπάθεια του να προσθέσει περισσότερα layers στις συνθέσεις του, να τις κάνει πιο πομπώδεις και ταυτόχρονα να τις κάνει ακόμα πιο ατμοσφαιρικές.

Στη συνέχεια όμως συναντάμε και πιο κλασικό Tremonti που πολύ απλά θέλει να παίξει με τα σκληρά riffs και το στιβαρό rhythm section σε στιγμές όπως το Arm Yourself που είναι από τα πιο ωραία κομμάτια της δισκογραφίας του. Τα hits όπως το Another Heart και το Tie the Noose δεν λείπουν. Το Cauterize είναι διαμάντι για ολόκληρη τη δισκογραφία του Αμερικάνου συνθέτη και αν κάναμε ranking των δίσκων των Tremonti πιθανότατα θα ήταν στις πρώτες δύο θέσεις.

3. Dust (2016)

H περίοδος 2014-2015 ήταν εξαιρετικά παραγωγική για τον Tremonti. Έχοντας ήδη παραδώσει το φανταστικό Fortress με τους Alter Bridge, o Mark στράφηκε στο προσωπικό του σχήμα. Εν τέλει το Cauterize δεν αποτελούσε απλώς τον διάδοχο το ντεμπούτο του, αλλά το πρώτο μέρος μιας διλογίας. Όταν ήρθε το Dust (που ηχογραφήθηκε μαζί με το Cauterize) αντιμετωπίστηκε σαν το κοινό να είχε κορεστεί από την υπερπροσφορά μουσικής από τον ταλαντούχο κιθαρίστα.

Και αν στο The Last Hero των Alter Bridge που βγήκε την ίδια χρονιά, ο κορεσμός είχε όντως χτυπήσει το ίδιο το συγκρότημα, το Dust κάπως σνομπαρίστηκε από μερίδα των ακροατών. Ίσως να ήμουν μέρος αυτού, γιατί μου πήρε χρόνια να το εκτιμήσω και να το βάλω στο ίδιο επίπεδο με τον προκάτοχό του. Έχει μερικά από τα πιο άρρωστα riffs όλης της δισκογραφίας του Tremonti στα My Last Mistake και το Catching Fire.

Έχει στη σειρά κομματάρες όπως τα Once Dead, Dust και Betray Me. Ξανακούγοντας ολόκληρη τη δισκογραφία τους, έχω την εντύπωση ότι αυτό το άλμπουμ είναι μακράν η πιο heavy και γρήγορη δουλειά τους. Μας χαλάει; Όχι βέβαια. Μερικές φορές δεν είσαι έτοιμος να εκτιμήσεις ένα αριστούργημα όταν πρωτοκυκλοφορεί. Τελικά όμως το Dust μάλλον γέρασε εξαιρετικά.

4. A Dying Machine (2018)

Αυτό το άλμπουμ δεν πρόλαβα να το ακούσω όταν βγήκε λόγω του ότι ήμουν στον στρατό, ωστόσο τις μέρες της απόλυσης είδα για πρώτη φορά τους Tremonti ζωντανά στο Rockwave και τα καινούρια τραγούδια μου άφησαν μια γλυκιά γεύση. Μετά από χρόνια και πολλές ακροάσεις, μπορώ να πω με μεγάλη ασφάλεια ότι το A Dying Machine αποτελεί την κορυφή της δισκογραφίας τους και μια από τις καλύτερες στιγμές του Tremonti γενικότερα σε οποιαδήποτε μπάντα έπαιξε.

Αποτελεί ένα concept album, η υπόθεση του οποίου έγινε και βιβλίο από τον Mark και τον John Shirley. Το A Dying Machine πραγματεύεται την ιστορία μιας μελλοντικής πραγματικότητας όπου η ανθρωπότητα έχει ανακαλύψει τον τρόπο να αναμίξει ανθρώπους και μηχανές σε μια νέα μορφή ζωής που αποκαλείται Vessel, το οποίο όμως οδηγεί σε απροσδόκητα αποτελέσματα.

Στιχουργικά είναι ίσως ο πιο ώριμος δίσκος των Tremonti, ενώ το συγκρότημα ως τριάδα μετά την αποχώρηση του Wolfgang Van Halen ακούγεται πιο δεμένο και το αποτέλεσμα είναι ένα πραγματικό αριστούργημα γεμάτο κλασικά τραγούδια για το σύγχρονο alternative metal. Σκληρά riffs στο From the Sky, εισαγωγές που τσακίζουν στο ομώνυμο και το A Lot Like Sin, ρεφρενάρες στο Throw Them to the Lions και το Take You With Me.

Το A Dying Machine είναι το απόλυτο άλμπουμ της δισκογραφίας των Tremonti έως τώρα, χωρίς να έχει μέτρια στιγμή. Αξίζει να ακούσετε όλους τους δίσκους τους από την αρχή για να φτάσετε σε αυτό και να απολαύσετε αυτήν την τελειότητα που πηγάζει από αυτόν τον δίσκο.

5. Marching in Time (2021)

Όταν έχεις βγάλει το magnum opus σου, κάθε επόμενο βήμα είναι δύσκολο. Με το A Dying Machine έγιναν ακόμα πιο γνωστοί διεθνώς και γύρισαν τον κόσμο με συναυλίες ακόμα και ως support στην ευρωπαϊκή περιοδεία των Iron Maiden. Οποιοδήποτε βήμα έκαναν θα είχε να συγκριθεί όχι μόνο με το καλύτερό τους, αλλά ακόμα τρία εξαιρετικά άλμπουμ που προηγήθηκαν.

Πιστεύω πως ο Mark Tremonti δεν το είδε τόσο σαν πρόκληση. Οι Tremonti ήταν ανέκαθεν το συγκρότημα που πήγαινε να παίξει τη μουσική που γούσταρε από μικρός, να περνάει καλά, χωρίς να τον νοιάζει τόσο πολύ να κάνει προσεκτικά βήματα όπως με τους Alter Bridge. Το Marching in Time λοιπόν είναι μια πολύ φυσική συνέχεια όλης της πορείας του συγκροτήματος μέχρι εκείνη την ώρα. Δεν πειραματίζονται πολύ, δεν αλλάζουν τη διάρκεια των τραγουδιών, δεν επανεφεύρουν τον εαυτό τους, ούτε βάζουν νέα στοιχεία στον ήχο τους.

Μπορείς να πεις ότι οι συνθέσεις τους γίνονται ακόμα πιο μελωδικές όσο περνάει ο χρόνος, τα ρεφρέν τους είναι πιο πομπώδη και έντονα και μπαλαντοειδείς στιγμές όπως το If Not for You και Not Afraid to Lose δένουν τέλεια με τα τρομερά σκληρά riffs του Now and Forever και σολάρες όπως αυτή του In One Piece δείχνοντας ότι παρά την επιτυχία, το συγκρότημα παραμένει εξαιρετικά ποιοτικό σε αυτό που κάνει.

Είναι πολύ δύσκολο να φτάσεις στην κορυφή, αλλά ακόμα πιο δύσκολο να αποδείξεις ότι μπορείς να παραμείνεις σε αυτήν. Οι Tremonti έδειξαν πως έχουν τη συνθετική ικανότητα να το πετύχουν.

6. The End Will Show us How (2025)

Αν και κυκλοφόρησε τις πρώτες ημέρες του 2025, ήταν η πρώτη φορά που οι Tremonti άφησαν τόσα χρόνια κενό ανάμεσα σε δύο κυκλοφορίες τους. Ενδιάμεσα ο Mark είχε κυκλοφορήσει το εξαιρετικό Pawns and Kings με τους Alter Bridge, ενώ μαζί με τον Eric Friedman ήταν απασχολημένος από το 2023 με την περίφημη επανένωση των Creed μετά από έντεκα χρόνια.

Πάντως οι δύο κιθαρίστες δεν έχασαν χρόνο και φυσικά ηχογράφησαν έναν ακόμα δίσκο με τους Tremonti και ειλικρινά είναι τρομακτικό ότι ούτε εδώ σκόνταψαν. Το The End Will Show us How συνεχίζει την εξαιρετική δουλειά των προηγούμενων κυκλοφοριών, περιέχοντας μερικές από τις καλύτερες στιγμές του συγκροτήματος. Στιχουργικά παίζει πολύ με το concept του Τέλους και τους προσωπικούς δαίμονες του Tremonti σε μια εποχή που μοιάζει να κάνει μια νέα αρχή, ξανά στον εμπορικό ήχο, και για ακόμα μία φορά ισορροπεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στις μουσικές ταυτότητες μεταξύ των διαφορετικών σχημάτων που αποτελεί βασικό συνθέτη.

Στα σόλο έχει γίνει καταπληκτική δουλειά και όσο προχωράει το άλμπουμ τόσο σε εντυπωσιάζει με την δημιουργικότητα του, τα βαριά riffs του και τις ερμηνείες του Mark να γίνονται ολοένα και καλύτερες. Ίσως βέβαια να ευθύνεται ότι στην αρχή έχουν μπει όλα τα κομμάτια που κυκλοφόρησαν ως singles από το περασμένο καλοκαίρι. Όπως και να ‘χει, με κομματάρες τύπου Live in Fear, Now That I’ve Made It, Nails και One More Time μεταξύ άλλων, οι Tremonti πρόσθεσαν έναν ακόμα σπουδαίο δίσκο στην πλούσια πλέον καριέρα τους.

Αυτό ήταν το πρώτο αφιέρωμα του Sound Vault για φέτος! Ελπίζω να σας αρέσει η θεματική με τις δισκογραφίες, γιατί έχω σκοπό να την εξερευνήσω στην συνέχεια της στήλης. Τα λέμε λοιπόν στο επόμενο!