
Τα social media είναι ένα πολύ παράξενο φαινόμενο. Από τη μία έχουν συμβάλει στην κοινωνική αποξένωση, από την άλλη όμως μάς επιτρέπουν να γνωρίζουμε ανθρώπους που δεν έχουμε δει ποτέ από κοντά – ή έστω να νιώθουμε ότι τους ξέρουμε. Σκεφτείτε το: πόσες περσόνες, πόσες σελίδες και πόσα sites έχουμε εξερευνήσει και θαυμάσει; Πόσες φορές έχουμε μιλήσει με ανθρώπους χωρίς να ξέρουμε καν ποιοι βρίσκονται πίσω από τις λέξεις;
Για όσους είμαστε από παλιά στο Twitter, αυτό είναι σύνηθες. Η ανωνυμία, η διαδικτυακή περσόνα, αλλά και η αμεσότητα της επικοινωνίας μας έδωσαν πολλές φορές την δυνατότητα να εμβαθύνουμε στη δουλειά ανθρώπων που δεν ξέρουμε το πρόσωπό τους ή πώς μοιάζουν. Αυτή είναι και η δική μου σχέση με το El Sombrero ως blog.
To blog αυτό ξεκίνησε στα τέλη των 00s και με τα χρόνια μεγάλωσε, άλλαξε ύφος και εξελίχθηκε. Όλα αυτά που έκανε, τα έκανε με μία σταθερά: να λέει ωραίες ποδοσφαιρικές ιστορίες από όλον τον κόσμο. Η πρώτη μου επαφή με το Sombrero πρέπει να ήταν κάπου το 2010-2011 όταν και εγώ σαν έφηβος blogger προσπαθούσα να διαβάσω και να ανακαλύψω όλο και περισσότερες ιστορίες εκεί έξω.

Πολλές φορές αναρωτιέμαι, γιατί έχω έναν τέτοιον εθισμό σε μέσα που λένε ιστορίες όπως τα κόμικ, τα βιβλία και οι ταινίες ή γιατί ψάχνω να βρω ωραίες ιστορίες και concepts σε μουσικά άλμπουμ για τα οποία γράφω σε αυτό το σάιτ. Οι ιστορίες έχουν πάντα κάτι το μεθυστικό, ειδικά όταν προέρχονται από την αληθινή ζωή και τον αθλητισμό. Ο αθλητισμός έχει πάντα τον τρόπο του να γράψει σενάρια πιο ευφάνταστα και από ταινία, ειδικά το ποδόσφαιρο που είναι το πιο λαοφιλές σπορ σε όλο τον κόσμο.
Ακολουθώντας το Sombrero όλα αυτά τα χρόνια μπορώ να πω ότι μαγεύτηκα απ’ όσα είχαν να πουν. Ιστορίες από την Ευρώπη, από τη Λατινική Αμερική, από την Αφρική και τα βάθη της Ασίας, ιστορίες για γνωστούς σταρ και άγνωστες πτυχές τους, αλλά και αφανείς ήρωες, ιστορίες για όσους αγάπησαν το ποδόσφαιρο και για όσους έδωσαν την ψυχή τους για την ομάδα. Ιστορίες για να ταυτιστούμε με ανθρώπους και ιστορίες που απλά θα εξερευνούσαμε τη ζωή τους.

Είτε στο σάιτ τους, είτε στο blog τους στη Stixoiman, είτε στο podcast τους με τη φωνή των αγαπημένων Τσαουσοβαϊμάκηδων, είτε στα βιβλία τους, οι Σομπρέροι πάντα θα έβρισκαν έναν τρόπο να σε κάνουν να γελάσεις, να συγκινηθείς ή να μάθεις λεπτομέρειες για κάποιον που μέχρι χτες σου ήταν άγνωστος. Μάλιστα μου έκανε πολλή εντύπωση ότι στην παρουσίαση του δεύτερου βιβλίου τους, είπαν πως ακόμα και στα σόσιαλ τους παρουσιάζουν διαφορετικές ιστορίες στο καθένα, κάτι που δεν είχα προσέξει όλα αυτά τα χρόνια που τους ακολουθώ.
Έτσι είναι όμως το ποδόσφαιρο. Έχει άπειρα να πει, έχει αμέτρητους πρωταγωνιστές, έχει ομάδες με ιστορία και δράμα (αχ, καημένο Αμβούργο). Πάντα υπάρχει κάτι να γράψεις, ένα γκολ να θαυμάσεις, μια καλή ατάκα για τη Σούπερ Λίγκα και τον Κομπότη.

Μέσα από αυτή τη διαρκή ζύμωση με το άθλημα και το διαρκές διάβασμα ιστοριών των Σομπρέρων, ένιωσα αυτό που περιέγραψα στις πρώτες παραγράφους. Είναι σαν να γνωρίζω αυτούς τους πέντε ανθρώπους παρά το ότι η μόνη επαφή που έχω μαζί τους είναι τα γραπτά τους και οι αλληλεπιδράσεις σε σχόλια. Αυτό βίωσα διαβάζοντας και το δεύτερο τους βιβλίο “40 Ζωές, 1 Μπάλα”.
Με παλιές και νέες ιστορίες, ο Δημήτρης, η Ελεονώρα, ο Κωνσταντίνος, ο Μύρωνας και ο Πέτρος δεν μιλούν για ομάδες, αλλά για ανθρώπους. Ανθρώπους που ασχολήθηκαν με το ποδόσφαιρο και με τον δικό τους τρόπο έβαλαν το λιθαράκι τους σε αυτό. Για γυναίκες που έπαιζαν ποδόσφαιρο από τα τέλη του 19ου αιώνα. Για φροντιστές που αφιέρωσαν μια ζωή στην ομάδα. Για προπονητές-προέδρους μικρών συλλόγων που έγιναν επαγγελματικοί. Για βοηθούς που έκαναν τα αδύνατα δυνατά. Για ακτιβιστές που ύψωσαν τη φωνή τους απέναντι σε δικτάτορες. Για γονείς που πάλευαν να δώσουν καλύτερο μέλλον στα παιδιά τους. Για άμπαλους μεταλλάδες που άφησαν το στίγμα τους.

Όλοι όσοι ανέφερα είναι απλά μια χούφτα από όλους τους χαρακτήρες που παρελαύνουν από το συγκεκριμένο βιβλίο. Ένα βιβλίο που στον πυρήνα του δεν κρύβει μόνο την αγάπη για καλές ιστορίες, αλλά και την αγάπη για ένα ολόκληρο άθλημα. Ξεψαχνίζοντας τις ιστορίες, μπορείς να βρεις πολλά πέραν του αθλήματος. Τον ρόλο της πολιτικής και τον καθεστωτισμό, την εξέλιξη των κοινωνιών, το πόσο παγκόσμιο άθλημα είναι το ποδόσφαιρο μιας και τα δύο βιβλία του Sombrero σε ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο.
Στον πυρήνα του, το βιβλίο δεν κρύβει μόνο αγάπη για τις ιστορίες, αλλά και μια βαθιά λατρεία για το άθλημα. Το ποδόσφαιρο έχει τα αρνητικά του – καφρίλα, ανεγκέφαλους, τσακωμούς, χρήματα, διαφθορά. Στο τέλος της ημέρας όμως είναι ένα παιχνίδι που ξεκίνησε από την εργατική τάξη και με τα χρόνια μερικές από τις πιο όμορφες πλευρές του μπορούμε να τις εξερευνήσουμε στους λιγότερο προβεβλημένους πρωταγωνιστές του.

Αυτά και άλλα πολλά ένιωσα τελειώνοντας πριν λίγο αυτό το βιβλίο και αποφάσισα να μη γράψω ένα τουίτ, αλλά να συγκεντρώσω τις σκέψεις μου σε ένα άρθρο. Χαίρομαι που εν προκειμένω βρέθηκα και στην παρουσίαση του, γνωρίζοντας τον Δημήτρη και τον Κωνσταντίνο από τους συγγραφείς καθώς και εξαιρετικούς δημοσιογράφους και ανθρώπους από τον κόσμο του ποδοσφαίρου.
Τόσο στην παρουσίαση, όσο και στις συζητήσεις μας, ήταν εμφανής ο έρωτας τους με τη στρογγυλή θεά και με την έρευνα για τη ζωή ανθρώπων που κλώτσησαν το τόπι ή συνέβαλαν με άλλους τρόπους στο να γίνει το ποδόσφαιρο αυτό που είναι σήμερα. Σαν Νικόλας λοιπόν, το μόνο που έχω να ευχηθώ είναι καλοτάξιδο και να σας το προτείνω οπωσδήποτε σαν ανάγνωσμα.
Α και Κωνσταντίνε αν το διαβάσεις, κάποια στιγμή περιμένω γνώμη για το δεξί μπακ της Ζούλτε Βάρεγκεμ που θέλει η Τορκί.