Δεν είμαστε αλάνθαστοι και δεν είμαστε αθώοι. Δεν είμαστε γιατροί ούτε κάτι άλλο πλησίον σε όσα συχνά οι άλλοι αποκαλούν Μεσσία μέσα στον πόνο και στη λύπη τους.
Στις Δέκα και Έντεκα Σεπτεμβρίου του 2015 βρήκαμε το άυλο νέκταρ της ίασης σε κάθε ορατή και κάθε αθέατη γωνιά της Τεχνόπολης των Αθηνών και το βάλαμε σε ένα φλασκί διάφανο. Είχαμε συγκεντρωθεί από νωρίς εκεί,όπως κάνουν συνήθως στις ιστορίες εκείνοι που ακόμα θυμούνται τα πάντα όταν όλοι είχαν πια ξεχάσει,ένα πρωί που ένα απίστευτα έντονο κράμα συναισθημάτων έφερνε τα βήματά τους πίσω στον τόπο του εγκλήματος. Μερικοί από εμάς είχαμε συγκεντρωθεί δυο βράδια πριν, μερικές γειτονιές πιο κάτω με φόντο κάτι γκρίζους τοίχους.
Το γκρι είναι σαν τον κύκλο. Όπως στον κύκλο βάζεις την αρχή και το τέλος εκεί που θέλεις εσύ,έτσι και στο γκρίζο υπάρχουν όλα τα συναισθήματα και διαλέγεις εκείνα που θέλεις εσύ και μόνο. Πήγαμε εκεί πριν κλείσουμε έναν κύκλο. Πήγαμε εκεί για να επαληθεύσουμε απλά εκείνο που ήδη γνωρίζαμε ενδόμυχα, ότι προ των πυλών ήταν μια ομορφιά με τις διάφανες ρίζες της να κουβαλούν το φως από δυο δεκαετίες του χθες, αλλά να ετοιμάζεται να σκορπίσει την ανατριχίλα σε λίγες ώρες ξανά και σε δεύτερο επίπεδο να χτίσουμε την ασπίδα για να αντέξουμε αυτή την άγρια ομορφιά που θα έκανε την εισβολή της σε κάθε αισθητήριο του σώματος και του χαρακτήρα μας.
Δυο βράδια μετά, υπήρχαν Διάφανα Κρίνα παντού. Κοιτούσαν δεξιά και αριστερά και παντού αντίκριζαν φίλους με καρδιές που πονούσαν ηδονικά. Βλέμματα γεμάτα νερό και αστραπές από τη νιότη τους είτε μέσα στη νηφαλιότητα τους είτε μέσα στο χάσιμο τους. Κάθε βλέμμα έφερνε με το φως φίλους και αγαπητούς γνωστούς να αντικρίζουν την αντανάκλαση του εαυτού τους που είχαν αφήσει πίσω και ήταν ορατή δίχως καθρέπτες πια. Τα βλέμματα τους ήταν όλα δοκιμασίες για την καρδιά που διογκωνόταν όσο πήγαινε μέσα στο στήθος και το ζητούμενο ήταν να μην ξεχάσει ότι αξίζει να μη σπάσει απόψε και να αφεθεί σε εκείνη τη μυστήρια σιγουριά που της ψιθύριζε ότι αφού έφτασε ως εκεί, στον διάφανο κήπο δεν ήταν το ριζικό της να σπάσει. Κάπως έτσι τα ρολόγια έδειξαν δέκα το βράδυ.
Διάφανα Κρίνα στη σκηνή που σηκώσανε ξανά ανάστημα έπειτα από περίπου επτά χρόνια φέρνοντας παράξενα νέα από κάποιο άλλο άστρο και από μια άλλη ζωή, τη ζωή που απότομα και απροειδοποίητα τότε στα τέλη της δεκαετίας του ’00 ο καθένας είχε αναγκαστεί να αφήσει πίσω του. Το αίσθημα της ειρωνείας, σαν να σου έχουν πάρει με τη βία από τα χέρια κάτι ή κάποιον πολύ δικό σου δεν είχε αφήσει ποτέ στ’ αλήθεια κανέναν, είχε φωλιάσει στα χαντάκια του μυαλού που κρατούσαν τη ζωή εκείνη να αναπαύεται περιμένοντας τη στιγμή που θα χρειαστεί να ορμήσει μπροστά. Η απορία αν θα σήκωνε το ανάστημα της εκείνη η ζωή ή το άθλιο απομεινάρι της λύθηκε, όταν φάνηκε ο Θάνος μπροστά τους. Η ιαματική ιεροτελεστία σημάδεψε με όλο της το νέκταρ τον άνθρωπο που στη ραχοκοκαλιά του ένιωθε τρομακτικά έντονα την κλεψύδρα που ο χρόνος στρίμωξε μέσα αμίληκτα. Το χθες είχε συναντήσει το τώρα.
”Ζούμε όση ζωή θέλουμε να ζήσουμε…και τη ζωή που ζήσαμε, δε θα την ξαναζήσουμε…τη ζούμε πάλι μόνο σήμερα και αύριο…και αντίστροφα…” είπε ο Θάνος και οι καρδιές πέταξαν φλόγες. Εκείνος που στεκόταν στο μικρόφωνο στη μέση της λωρίδας αρχής και τέλους μας έλεγε με ειλικρίνεια στη φωνή του ότι θα ζήσουμε όσο επιθυμούμε. Η ζωή είχε νικήσει το τέλος.
Ποια ήταν αυτή η ζωή και πότε είχε αληθινά τελειώσει; Απόψε ο νους όλων έλεγε ότι ένα κομμάτι για άλλους εφηβικό, για άλλους παιδικό χανόταν οριστικά και η καρδιά με αγωνία και αυταπάρνηση σφιγγόταν καυτή να το κρατήσει όρθιο. Όλοι είμαστε εκεί για να δώσουμε μια ευλογημένη ώθηση σε εκείνον που το είχε ανάγκη και όλοι είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε ένα κομμάτι νεανικό, γλυκό σαν τη φαντασία της αθανασίας.
Ένας Νίκος φώναξε ”μη χάνετε τους φίλους σας για τα προβλήματα,τα προβλήματα είναι πολλά,οι φίλοι είναι λίγοι” …η αλήθεια είχε νικήσει το ψέμα…ένας που συστήθηκε ως Αλκίνοος τόνισε ότι τα Διάφανα Κρίνα μας στήσανε μια γιορτή αγάπης σε μια εποχή σκοτεινή…και μετά είπε ”βάλτε να πιούμε ζωή”…η μνήμη είχε νικήσει και είχε σκοτώσει τη λήθη….
…γιατί αυτή η ζωη δε χάθηκε. Το βράδυ εκείνο όλοι βρήκαν τον εαυτό που κάποτε είχαν πιστέψει ότι είχαν χάσει. Αυτό το κάτι που έκαιγε μέσα τους ήταν εκεί σε έναν αιώνιο όρκο πίστης ότι θα είναι πάντα εκεί όταν πραγματικά θα χρειαστεί. Θα υπάρχει και αύριο και μεθαύριο. Είθε στην κλεψύδρα εκείνη να τρέξει νερό διάφανο να την κάνει πιο ελαφριά, σαν τις καρδιές που ανοίξανε μόλις σταμάτησαν να σκέφτονται και απλά να νιώθουν εκείνο το βράδυ.
Μήνες αργότερα ακούμε ψίθυρους να λένε ότι ο άνθρωπος που μας ζήτησε να ζήσουμε δεν κάνει σκέψεις διάφανες και ότι ακολουθούμε κατά πόδας όλοι εμείς. Όπως και τότε δεν είμαστε αθώοι και Μεσσιες, στεναχωρούμε ο ένας τον άλλον και σημειώνονται εκρήξεις μέσα μας, γιατί μείναμε άνθρωποι και δε γίναμε ρομπότ. Αλλά δεν είμαστε ούτε και Ιούδες. Στήνουμε ακόμα γιορτές για να μαθαίνουν ακόμα περισσότεροι αυτό που μάθαμε και εμείς εκείνα τα βράδια του Σεπτέμβρη, ότι οι γιορτές και οι σπίθες δεν τελειώνουν ούτε σβήνουν μαζί με τα λαμπάκια τα φωτεινά και ότι ο θάνατος κιτρινίζει κάθε φορά που δίνουμε το χέρι σε κάποιον που έπεσε και ας έχει να διασχίσει τη γέφυρα μέχρι την άλλη της άκρη ολομόναχος όταν θα σηκωθεί. Πόσες φορές σας έσωσε ένα διάφανο άγγιγμα που στα λόγια αρνηθήκατε ή ακόμα και καταραστήκατε γιατί μετά χάθηκε; Χρόνια μετά αυτό θα σας βρει και πάλι όπως βρήκε και εμάς και εκείνον με τη σειρά του. Μόνο γιορτές. Οι καταστροφολογικές έννοιες και η πίκρα και τα..διαδικτυακά μνημόσυνα είναι για όσους ακόμα δεν ήταν τυχεροί όσο εκείνοι που το Σεπτέμβρη συναντήθηκαν με τον χαμένο,διάφανο μικρό μέσα τους. Η ευχή είναι να έχουμε όλοι την υγεία να τον ξανασυναντήσουμε και να αντέξουμε ξανά και να είμαστε δίπλα σε όσους τον συναντήσουν για πρώτη φορά.
κάπου στην Αθήνα,βράδυ 17/1/16 & ξημερώματα 19/1/16,
Γιώργος.